Tuesday, 31 October 2017 12:37

METAL HAMMER & ΣΟΥΡΕΑΛΙΣΜΟΣ: Tα Πικάπ της Τρέλας

Written by 
    METAL HAMMER & ΣΟΥΡΕΑΛΙΣΜΟΣ: Tα Πικάπ της Τρέλας

    Kαινούργια στήλη στο περιοδικό. Διαφορετική απ' ό,τι έχουμε φιλοξενήσει τα τελευταία χρόνια στο έντυπο. Μας αρέσει πολύ και γι' αυτό αποφασίσαμε να τη μοιραστούμε μαζί σας και διαδικτυακά.

    Εκ της διευθύνσεως: Ο Κιτσάρας είναι οπαδός του υπαρκτού σουρεαλισμού και σκαρώνει σενάρια. Η σκηνοθεσία είναι μέσα στο κεφάλι του. Στο εξής αυτό το δισέλιδο του ανήκει. Καλά κρασά και τίμια στέφανα.

    ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΙΤΣΑΡΑ ΜΠΟΥΡΜΠΟΥΡΗ

    Οι διάδρομοι και τα γραφεία μιας μεγάλης πολυεθνικής δισκογραφικής εταιρείας είναι ένα χάος. Τα πράγματα γίνονται ακόμα χειρότερα όταν συνεργάτης σου είναι ο Τζόνι Μόργκαν, εικαστικός υπεύθυνος για όλες τις νέες κυκλοφορίες του τμήματος της Γης του Πυρός. Λίγο ότι βρίσκεται εδώ και 8 χρόνια μακριά από το πετρόχτιστο διαμέρισμά του στο Hammersmith και το διαρκείας του στο Emirates, λίγο ότι η διατροφή μακριά απ’ το κρέας και τα κορεσμένα λίπη για την οποία μας ζαλίζει κάθε φορά που θέλουμε να παραγγείλουμε δεν βοηθάει και πολύ το νευρικό του σύστημα, λίγο ότι η σπιτονοικοκυρά του μπερδεύει διαρκώς τα σκούρα με τα λευκά και το μπλουζάκι με το εξώφυλλο του “Dirt” έχει αρχίσει να μοιάζει μ’ εκείνο του “Facelift”, καταλαβαίνεις ότι περνάμε τα τέσσερα κινέζικα βασανιστήρια κάθε μέρα απ’ τις 9 ως τις 6.

    Όλα χειροτέρεψαν πρόπερσι, όταν τη γενική διεύθυνση ανέλαβε ο σωσίας του Woody του Τρυποκάρυδου, ο Σπένσερ Ντάνφορθ. Κολλεγιόπαιδο, με παχιές φαβορίτες και με μια πρώτη ματιά λίγο πιο soft από μαλακτικό Σουπλίν. Πάντοτε στην τρίχα με μπεζ καρό σακάκι, υφασμάτινη καμπάνα και γυαλιά τόσο βαριά που τα χρησιμοποιούσε για αλτήρες στο γυμναστήριο, ήταν για όσους εξ ημών μεγαλώσαμε στο East End, το παιδί της φάπας. Αποδείχτηκε ακριβώς το αντίθετο. Οι εκρήξεις των ηφαιστείων των Άνδεων έμοιαζαν με μπαλάντα των Foreigner μπροστά στις φωνές που ακούγονταν απ’ το γραφείο του, όταν απέρριπτε το εκάστοτε νέο τρισδιάστατο project του Τζόνι. Πολλοί μουσικοί προσπάθησαν να τον ψαρώσουν και να του πάρουν τον αέρα, βάζοντας πινέζες στην καρέκλα του και κουβάδες με νερό στην κορυφή της πόρτας του. Το μόνο που κατάφεραν ήταν να μπουν support στους Bring Me the Horizon, και χωρίς ποσοστά από το merchandise. Το αποκορύφωμα ήρθε πριν από περίπου τρεις μήνες όταν, φτάνοντας στο γραφείο, βρήκα τον Μόργκαν να περιφέρεται με τα χέρια στις τσέπες στους διαδρόμους, βγάζοντας καπνούς σαν βρικόλακας που του άνοιξες μέρα μεσημέρι την κάσα.

    -Σκατόφλωρε, θα με πεις εσύ ψυχοπαθή, μονολογούσε. Θα ‘ρθει η ώρα, ρε καραγκιόζη, που η τέχνη μου θα ανασταίνει και νεκρούς και τότε θα με παρακαλάς, μπαστουνόβλαχε, αλλά ως τότε θα σου ‘χω ήδη βάλει τα πτυχία σου κάπου που δε θα τα δει ποτέ το φως της μέρας. ΘΑ ΣΑΣ ΔΕΙΞΩ ΕΓΩ. ΘΑ ΔΕΙΤΕ ΤΙ ΘΑ ΠΑΘΕΤΕ.

    -Ρε ‘συ Τζόνι, ρε παλικάρι μου

    Ομολογώ ότι τρόμαξα. Ξέραμε όλοι ότι ο Τζόνι είναι λίγο ξεβιδωμένος και αλαφροΐσκιωτος με μια μεγάλη συλλογή από απόκρυφα βιβλία και ambient black metal δισκοθήκη, όμως για πρώτη φορά βλέπαμε το μάτι του να γυαλίζει και ο θυμός δεν του πέρασε ούτε μετά από εννιά κούπες χαμομήλι. Μιλούσε μόνο για ένα παράξενο σχέδιο με μια μυστήρια λέξη-κλειδί που σκόρπισε τον πανικό και τον τρόμο στο γραφείο. Ο Κοντός. Ο Μεγάλος Κοντός. Είχε έρθει για λίγο, σαν άλλη εξωκοσμική θεότητα, σαν τριτοξάδελφος του Azagthoth, του χοντρού δαίμονα που ζει στο κέντρο του σύμπαντος τρώγοντας κεμπάπ. Είχε φύγει ξαφνικά, κι όμως ένιωθες την παρουσία του κάθε βράδυ δίπλα σε βασιλιάδες και πολεμάρχους στα όνειρά σου. Κι ο Μόργκαν ήξερε κάτι παραπάνω…

     

    Η τύχη μάς εγκατέλειψε ολοκληρωτικά όταν ο μοναδικός άνθρωπος σε ολόκληρη την εταιρεία που δεν είχε γκόμενα, ο Λι Μπέιλοκ, ο σεσσιονάς μπασίστας μας ήταν σε περιοδεία στην Άπω Ανατολή, κι έτσι έλαχε σ’ εμένα να κουβαλήσω τον τρελό μέχρι το σπίτι του. Τότε ήταν και η τελευταία μέρα που τον είδα. 6 Ιούνη, στις 6 το απόγευμα.

    -Είναι επικίνδυνος. Μην μένετε ποτέ μόνοι μαζί του και για οτιδήποτε με χρειαστείτε, θα με βρείτε στο κινητό, είπε φανερά ανήσυχος ο γιατρός που τον εξέτασε στο γραφείο. Ίσως μια άδεια, κι ένα ταξιδάκι στο Παραμαρίμπο να του κάνει καλό, να αλλάξει παραστάσεις…

    -Και ο Κοντός; Τι θα γίνει με τον Κοντό; τον διέκοψε εκνευρισμένη η τσαπερδόνα γραμματέας του Ντάνφορθ. Αν μπορεί να τον φωνάξει, ποιος μας λέει ότι δε θα τον στείλει να μας κόψει καμιά δαγκωνιά στον ύπνο μας να μείνουμε στον τόπο σα φέτα τρίμηνης ωρίμανσης;

    -Μα τι ζώον είσαι, ρε παιδί μου, φώναξε η αφεντιά μου, μιας και ήδη ήμουν στο 4ο ποτό κι η γλώσσα μου δούλευε με πετρογκάζι. Ο Κοντός δεν κατεσκευάσθη υπό κανενός ανθρώπου. Ο Κοντός είναι αυτοδημιούργητος, κι εσείς όλοι που φοβάστε είστε αυτομαλάκες. Έδωσε συμβουλές ο γιατρός, επιστήμων άνθρωπος, ο τρελός του χωριού θα ξαναγίνει καλά, και θα τα ξεχάσετε όλα.

    Όντας αρκετά ηλίθιοι, και από τη στιγμή που είχα κεράσει και τα ποτά, με πίστεψαν. Κακό του κεφαλιού τους… Μου φάνηκε, απλώς, πολύ ανησυχητικό, άνθρωποι που βγάζουν μεροκάματο απ’ την μουσική, να έχουν τόσο ορθολογικά μυαλά. Δεν έδωσε κανείς περισσότερη σημασία γιατί η ζωή στη δισκογραφική συνεχίστηκε απερίσπαστη παρά το απρόοπτο. Βλέπεις, στη δική μας τη φάρα βασιλιάς είναι το deadline και δεν μπορεί να το εκθρονίσει ούτε πυρηνικό ολοκαύτωμα. Εντούτοις περνούσα τακτικά ως ένας απ’ τους λίγους φίλους του, από το διαμέρισμα του Μόργκαν που έβλεπε στον κόλπο Inútil στην νότια ακτή του Πορθμού του Μαγγελάνου, μα σπάνια έβλεπα τα φώτα αναμμένα. Άκουγα μόνο διάφορους περίεργους θορύβους, σαν κάποιος να ρύθμιζε το νέο του στερεοφωνικό ή σαν ένας ηχολήπτης να τεστάρει την κονσόλα. Αυτό που με έβαλε σε υποψίες όμως, και κατεδάφισε την θεωρία μου, ήταν ότι όλος ο metal κατάλογος απ’ τα δισκάδικα της περιοχής είχε κάνει φτερά και οι ιδιοκτήτες άρχισαν να λαμβάνουν διάφορες ύποπτες, ανώνυμες παραγγελίες δίσκων του Σταμάτη του Γονίδη, του Ναυάρχου της Καψούρας. Οι γείτονες πλέον με γνώριζαν και παραπονούνταν για περίεργες γραφές στους τοίχους των σπιτιών τους που ξεπηδούσαν το ξημέρωμα. Για εκείνο που όλοι φοβόμασταν. Για τον Κοντό. Δεν έδωσα σημασία μέχρι που βρήκα ένα παρόμοιο σημείωμα στο παρμπρίζ του αμαξιού μου. Αρματωμένος με την τυχερή μπαγκέτα του Mark Zonder που έπιασα στο show των Warlord στο Gagarin, και με τα παιδιά των δημοσίων σχέσεων παρεΐτσα, κάναμε ντου από τον φωταγωγό της τουαλέτας. Το σπίτι ήταν άδειο, μα ακουγόταν το γνώριμο, πια, βουητό απ’ το υπόγειο. Η ώρα χτύπησε 12 και ο Τζόνι Μόργκαν άρχισε να μουρμουρίζει το ξόρκι της επιστροφής.

    Όσο εκείνος έλεγε το ξόρκι με μια φωνή περισσότερο φοράδας που πρόγκηξε παρά ανθρώπου, εμείς είχαμε βρεθεί στην κορυφή της σκάλας κι εκεί είδαμε τα όργανα του Σκότους. Αναρίθμητοι δίσκοι στο πάτωμα και στον τοίχο μια σειρά από πικάπ, ενισχυτές, ηχεία και καλώδια που όλα κατέληγαν σε ένα κεντρικό πικάπ δίπλα στον γονατιστό Μόργκαν. Άναρθρες κραυγές γέμιζαν το δωμάτιο, και καπνοί από παλαιοΠΑΣΟΚικά Σαντέ άφιλτρα είχαν μετατρέψει το υπόγειο σε συναυλία των Hawkwind. Τα λεπτά περνούσαν βασανιστικά, τα μηχανήματα βούιζαν και μικροφώνιζαν. Ακόμα κι οι πιο δύσπιστοι, ακόμα κι η αφεντιά μου, πλέον ήξεραν ότι ο Τζόνι είχε πετύχει αυτό που έψαχνε. Οι τελευταίες φράσεις βγήκαν από το στόμα του καθαρές και σταράτες.

    - Now from darkness there springs light
    Wall of Sleep is cool and bright
    Wall of Sleep is lying broken
    Sun shines in you have awoken

    Άξαφνα, εκεί που τα βουητά έσβηναν, και η βελόνα ακουμπούσε στο βινύλιο, Εκείνος άρχισε να εμφανίζεται μέσα από το δίσκο. Μια ασημένια βουνοκορφή αρχικά κι ύστερα πάνω της ο Μεγάλος Κοντός. Φορούσε άσπρο παντελόνι μ’ ένα άστρο κι ένα φεγγάρι κεντημένα πάνω του και άσπρο πουκάμισο με κρόσσια. Τα σγουρά του μαλλιά έπεφταν λυτά στους ώμους του και τα δυο του χέρια ήταν σφιγμένα σε γροθιές, αλλά με τον δείκτη και το μικρό δάχτυλο τεντωμένα.

    -Το ‘ξερα πως θα ‘ρθεις, ψέλλισε ο Μόργκαν κι ίσα που τον ακούγαμε. Το ‘ξερα γιατί όλοι θέλουν να σε δουν.

    Ο Κοντός όμως είχε άλλα σχέδια. Το δεξί του χέρι κυμάτισε περήφανο και η φωνή του έτριξε τα ντουβάρια.

    -ΣΑΜΠΑΘ ΜΕ ΟΖΖΥ, ΡΕ ΒΛΑΧΟΚΑΟΥΜΠΟΗ;!;!